February 10th, 2016 → 12:48 pm @ Aris Aristidou
Εισαγωγή
Οι Χύτροι, η σημερινή Κυθρέα, ιδρύθηκαν γύρω στα 1200 π.χ. από τον Χύτρο, γιό του Αλέδρου κι εγγονό του Ακάμαντα, γιού του Θησέα και της Αριάδνης. Προυπήρχε εκεί άλλη πόλη αναγόμενη στην ορειχάλκινη περίοδο. Αναφορές στην πόλη των Χύτρων έχουμε από τον 5ον π.χ. αιώνα και μετά. Παρενεβλήθη το 911 μ.χ. η Αραβική επιδρομή κι η καταστροφή της παλαιάς πόλης κι η ανέγερση της σημερινής Κυθρέας κατάντη της ροής του Κεφαλόβρυσου. Έγιναν αρκετές αρχαιολογικές ανασκαφές στην παλαιά πόλη των Χύτρων και έφεραν στο φως πολλά ευρήματα. Ορισμένα απ’ αυτά βρέθηκαν τυχαία κατά το όργωμα των χωραφιών ( π.χ. το περίφημο άγαλμα του Σεπτίμιου Σεβήρου ). Δυστυχώς η συστηματική ανασκαφή, που προγραμματίζαμε με το Τμήμα Αρχαιοτήτων προς το τέλος της πρώτης δεκαετίας μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, διακόπηκε από την Τουρκική εισβολή. Ο Δήμος Κυθρέας θα πρέπει να ζητήσει από την μικτή Επιτροπή που συστάθηκε κάτω από την ουμπρέλα της Ουνέσκο για τη διατήρηση και συντήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς του Τόπου μας να προστατεύσει την περιοχή από το πλιάτσικο των τυμβωρύχων κι αρχαιοκάπηλων.
Δεν θα ασχοληθώ διαχρονικά με την οικονομική ιστορία της Κυθρέας. Περισσότερο θέλω να εξάρω τη σημασία της στη γενικότερη οικονομική δραστηριότητα της Κύπρου καθώς και την προοδευτικότητα των κατοίκων της αναφορικά με τις αλλαγές που υιοθέτησαν κατά καιρούς για βελτίωση της ποιότητας και της αποδοτικότητας των διαφόρων δραστηριοτήτων τους, που καθόριζαν οι άφθονοι φυσικοί πόροι της.
Ανθρώπινος Παράγοντας
Ξεκινώντας από τον ανθρώπινο παράγοντα βλέπουμε διαχρονικά τη μεγάλη έφεση των Κυθρεωτών για μάθηση και ατομική βελτίωση. Στην κλασσική εποχή οι Χύτροι προβάλλουν ανάμεσα στα εννέα αρχαία βασίλεια της Κύπρου. Από τον 1ον αιώνα π.χ. αναφέρονται από πολλούς συγγραφείς ανάμεσα στις σημαντικές πόλεις της Κύπρου. Από διάφορα ευρήματα ( τάφους κλπ ) φαίνεται ότι οι Χύτροι άκμασαν και κατά τους πτολεμαικούς, ρωμαικούς και βυζαντινούς χρόνους κι όχι μόνο οικονομικά αλλά και στα γράμματα, τη φιλοσοφία και την ιατρική μέχρι που ορισμένοι ερευνητές να καταλήγουν ότι εκεί υπήρχε Επικούριος φιλοσοφική σχολή, που ιδρύθηκε από τον ημέτερο Πύθωνα ή από τον Νικάνορα πέραν του γυμνασίου που ασχολείτο με την αθλητική αλλά και τη γενική εκπαίδευση των νέων υπό το γυμνασίαρχο. Όταν στις αρχές της Αγγλοκρατίας επισκέφθηκε την Κύπρο η αγγλίδα συγγραφέας Agnes Smith έμεινε έκπληκτη από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με άλλες Κοινότητες που επισκέφτηκε, οι Κυθρεώτες ήθελαν κι οι γυναίκες τους να μαθαίνουν γράμματα. Από το 1855 άρχισαν να λειτουργούν δυο σχολεία στην Κυθρέα, ένα στην ενορία του Αγίου Ανδρονίκου κι άλλο στην ενορία Χαρδακιώτισσα. Δεν είναι τυχαία που η Κυθρέα απέκτησε τη φήμη της τροφοδότριας της εκπαίδευσης παγκύπρια με δασκάλους και δασκάλες ( καθώς και της δημόσιας υπηρεσίας και της αστυνομίας ) . Όσοι κι όσες για κάποιους λόγους δεν μπορούσαν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους κατέφευγαν στην εκμάθηση κάποιας τέχνης και πολλοί μάλιστα διέπρεψαν στον τομέα τους. Όταν οι οικονομικές συνθήκες το επέτρεψαν δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πήραν πτυχίο πανεπιστημίου από πολλές Χώρες του Κόσμου και πολλοί διέπρεψαν στον τομέα τους εδώ και στο εξωτερικό. Δεν είναι τέλος λίγοι οι Κυθρεώτες που αυτοδίδακτα ξεχώρισαν στους τομείς της τέχνης και της μουσικής ( Γιάτρακας, Αβρααμίδης, Δημητρίου, Καλλιόπη Σπύρου κ.ά. ).
Η έφεση για μάθηση και πρόοδο ήταν επίσης εμφανής στις οικονομικές δραστηριότητες των Κυθρεωτών. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις συνεχούς εκσυγχρονισμού των δραστηριοτήτων τους όταν η τεχνολογική πρόοδος το επέτρεπε ή το απαιτούσε. Οι Κυθρεώτες επιχειρηματίες ήταν πάντοτε έτοιμοι να υιοθετήσουν νέες μεθόδους στις οικονομικές τους δραστηριότητες. Σημείο αναφοράς όσον αφορά τις οικονομικές δραστηριότητες της Κυθρέας ήταν ο Κεφαλόβρυσος. Διάφορες πηγές αναφέρουν ότι υπήρχαν 32 νερόμυλοι, που δούλευαν ασταμάτητα για να τροφοδοτήσουν την Κύπρο με αλέσματα, άλεθαν τα σιτηρά της γύρω περιοχής και των σιτηροπαραγωγικών χωριών της Μεσαορίας, ενώ κατά τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο και μετά οι νερόμυλοι ασχολούνταν πλήρως. Όχι μόνο η κίνηση των ανθρώπων πούρχονταν να αλέσουν στην Κυθρέα ήταν μεγάλη αλλά κι αρκετοί Κυθρεώτες ανέπτυξαν σχετικές δραστηριότητες. Η υπόλοιπη Κύπρος, αλλά κυρίως η Λευκωσία, εξαρτάτο για τη σίτισή της σε ψωμί από τους νερόμυλους της Κυθρέας μέχρι που βρέθηκε ο ηλεκτρισμός κι έγιναν μύλοι με ηλεκτρισμό. Στην ιστορία της Κυθρέας αναφέρονται ορισμένα περιστατικά που στασιαστές εναντίον της εξουσίας έθεσαν υπό τον έλεγχό τους τους μύλους της για εκβιασμό. Ας σημειωθεί πως κι οι Κυθρεώτες μυλωνάδες στο τέλος εκσυγχρονίστηκαν για να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό των μύλων της Λευκωσίας.
Τεχνολογική κι Οργανωτική Αναβάθμιση
Αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο. Οι Κυθρεώτες πάντα ακολουθούσαν την τακτική της τεχνολογικής κι οργανωτικής αναβάθμισης στις εργασίες τους μετεξελισσόμενοι καταλλήλως, που είναι παντοτινή συνταγή προόδου. Ποτέ δεν έμεναν στάσιμοι σ’ αυτό που έμαθαν να κάμνουν. Θα αναφερθώ σε μερικά παραδείγματα, που μου έκαμαν ιδιαίτερη εντύπωση όταν συνειδητοποίησα τί έγινε. Οι νερόμυλοι ήταν από την αρχή μηχανοποιημένοι. Το νερό του ποταμού, που μαζεύετο σε μια μεγάλη δεξαμενή, τον λάκκο, έβγαινε με πίεση από μια μικρή οπή στο βάθος του λάκκου, το σιφούνι, κτυπούσε και γύριζε τη φτερωτή, η οποία με τη σειρά της έθετε σε κίνηση τους ιμάντες που ήταν προσδεδεμένοι στην κορυφή του στύλου της, που βρίσκονταν μέσα στο κτίριο του μύλου κι έτσι ετίθεντο σε κίνηση οι μεγάλες μυλόπετρες μέσα σε πετρόκτιστη κυκλική βάση κι άλεθαν το σιτάρι ή κριθάρι κλπ, που είχε ήδη καθαρό κι έτοιμο τοποθετηθεί στη μεγάλη γούρνα όπου κυκλικά εκινούντο οι μυλόπετρες. Στη συνέχεια το άλεσμα περνούσε μέσα από ειδικά τελάρα για να βγει απ’ εκεί το καθαρό αλεύρι. Αργότερα η διαδικασία αυτή ενισχύθηκε με τη χρησιμοποίηση πετρελαίου και ηλεκτρικής ενέργειας ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η κανονική ροή νερού παρουσίαζε προβλήματα.
Η ίδια διαδικασία ακολουθήθηκε και στην περίπτωση εξαγωγής ελαιολάδου στα ελαιοτριβεία. Μόνο που στην αρχή την κινητήρια δύναμη αποτελούσαν τα υπομονετικά τετράποδα, τα γαιδούρια κι όχι το νερό, για να γυρίζουν τον πέτρινο μύλο και να συνθλίβουν τις έτοιμες ελιές. Ακολούθως οι πολτοποιημένες ελιές έμπαιναν σε ειδικά ‘ζεμπίλια’, που ετοποθετούνταν στο διπλανό πιεστήριο για να βγει από τη μια το λάδι το νιο κι από την άλλη τα ζίβανα για ζωοτροφές ή λίπασμα. Κι εδώ η μηχανική αυτή διαδικασία ενισχύθηκε με το χρόνο με τη χρήση ηλεκτρισμού. Λιγότερο τεχνολογικά προηγμένες μεθόδους χρησιμοποιούσαν σε άλλες βιοτεχνικές μονάδες, παραγωγής μεταξιού, εξαγωγής ροδοστέματος, μελιού, χαρουπόμελου κ.ά. Πάντοτε όμως εύρισκαν τρόπο να βελτιώσουν την όλη διαδικασία.
Για να εκμεταλλευτούν το θείο δώρο του νερού και τους μύλους μερικοί Κυθρεώτες ανέπτυξαν ευρύτερες δραστηριότητες. Οργάνωσαν τη μεταφορά σιτηρών από χωριά της Μεσαορίας, τα έπλεναν, τα άλεθαν και μετέφεραν τα αλεύρια για διάθεση στη Λευκωσία αλλά και στην Κερύνεια, όπου υπήρχε τότε μεγάλη αγορά. Η όλη επιχείρηση διεξαγόταν με ιδιόκτητα γαιδούρια. Με γαιδούρια πήγαιναν στα χωριά της Μεσαορίας, αγόραζαν οι ίδιοι σιτάρι και κριθάρι, το οποίο, αφού καθάριζαν κι έπλεναν, άλεθαν στους νερόμυλους της Κυθρέας και πάλι με τα γαιδούρια τους μετάφεραν και πωλούσαν το αλεύρι στις πόλεις της Κερύνειας και της Λευκωσίας. Αργότερα, όταν οι νερόμυλοι επηρεάστηκαν τόσο από τους ηλεκτροκίνητους/μηχανοκίνητους μύλους των πόλεων όσο κι από την εισαγωγή διαφόρων ειδών αλεύρου από το εξωτερικό και πάλι οι Κυθρεώτες δεν έμειναν αδρανείς. Ορισμένοι από τους νερόμυλους μετατράπηκαν σε ελιόμυλους, άλλοι σε εμφιαλωτήρια αεριούχων ποτών (γκαζόζες, πορτοκαλάδες, λεμονάδες κ.ά. ) κι άλλοι εκσυγχρονίστηκαν με τη χρησιμοποίηση ηλεκτρισμού.
Όσον αφορά τους πιο πάνω αγωγιάτες/εμπόρους αλεύρου, ορισμένοι υποκατέστησαν τα ζώα τους με αυτοκίνητα για τη μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων από και προς την Κυθρέα. Ήταν ένα θαυμάσιο και πρωτοποριακό πείραμα εκσυγχρονισμού και τεχνολογικής αναβάθμισης της εποχής. Με τον τρόπο αυτό συνέδεσαν ακόμη περισσότερο την Κυθρέα με την Πρωτεύουσα με τακτικά δρομολόγια για τη μεταφορά επιβατών κι εμπορευμάτων για διάθεση στις αγορές της. Αυτό εγώ το ονόμασα τεχνολογική αναβάθμιση όταν άρχισα να ασχολούμαι με θέματα ανάπτυξης. Μάλιστα δε δίστασαν να βάλουν κατά μέρος εγωισμούς, προσωπικές αντιπάθειες κι έριδες, πολύ συνήθεις συνήθειες σε μικρές κοινωνίες, και σε κάποιο στάδιο να συνεργαστούν για την καλύτερη οργάνωση των δημόσιων μεταφορών επιβατών και εμπορευμάτων. Ας σημειωθεί ότι η δημιουργία δημόσιων εταιριών μεταφορών επιβατών παγκύπρια υπό τη μορφή που είναι γνωστές σήμερα έγινε αρκετές δεκαετίες αργότερα. Έτσι κι εδώ πρωτοπόρησαν οι Κυθρεώτες. Εάν είμαστε τώρα στην Κυθρέα είμαι βέβαιος ότι θα ήταν οι Κυθρεώτες που πρώτοι θα αξιοποιούσαν τις νέες πηγές ενέργειας, τον ήλιο και τον αέρα, καθώς κι άλλα από τα προιόντα της γης τους, όπως τα χαρούπια, τα οποία κυρίως εξάγονται ακατέργαστα μέχρι σήμερα.
Η Γη και τα Προιόντα της Κυθρέας
Η πλούσια γη και τα νερά της Κυθρέας παρείχαν τη βάση για τα πιο πάνω προοδευτικά ανοίγματα των κατοίκων της. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης, την επεξεργασία και το εμπόριο των γεωργικών προιόντων που παρήγαγαν, την αγγειοπλαστική και την κεραμική. Κάθε Κυθρεώτης πατροπαράδοτα είχε το περιβόλι του, μικρό ή μεγάλο, από το οποίο έπαιρνε τα απαραίτητα προς το ζην. Από πού να αρχίσει κανένας; Ξεκινώντας από το καλοκαίρι ήταν τα λαχανικά ( ντομάτες, αγγουράκια κι όλα τα άλλα πότιμα λαχανικά ) και τα παράγωγά τους ( πάστα πομηλόρι, κολοκοτές ), τα σύκα κι οι κληματαριές ( μαρμελάδες ), τα λεμόνια, τα πορτοκάλια, τα μανταρίνια (γλυκά, λεμονάδες, πορτοκαλάδες), τα κραμπιά, τα κουνουπίδια, οι κουλούμπρες, οι ελιές κι οι χαρουπιές ( ελαιόλαδο, χαρουπόμελο, ‘τερτζελούδκια’ ), οι συκαμιές ( μούρα, εκτροφή μεταξοσκώληκων για παραγωγή μεταξιού, μεταξωτών κλωστών κι υφασμάτων ). Ολόχρονα σχεδόν όλα τα Κυθρεώτικα νοικοκυριά εκτρέφανε οικόσιτα ζώα και πουλερικά ( γαιδούρια, βόδια, κατσίκες, αρνιά, χοίρους, κότες ) από τα οποία εξασφάλιζαν, πέραν της καθημερινής βοήθειας, βασικά στοιχεία της διατροφής τους ( γάλα, κρέας, αυγά ) καθώς και τη βάση για τις καθεχρονικές εορταστικές εκδηλώσεις ( φλαούνες, παστά, ζαλατίνα ). Δεν ήταν ασύνηθες φαινόμενο ο ad hoc συνεταιρισμός των νοικοκυριών μιας γειτονιάς όπου για μερικές μέρες παρέδιδαν εκ περιτροπής το γάλα σε ένα απ’ αυτά για την παραγωγή χαλουμιού, ‘αναρής’. Μερικοί ακόμη επιδίδονταν ως σε κύριο επάγγελμα στην κτηνοτροφία ή επιλεκτικά σε άλλες δραστηριότητες, όπως η μελισσοτροφία.
Η φήμη για ορισμένα από αυτά τα προιόντα της Κυθρέας είχε ξεπεράσει και τα σύνορα της Κύπρου. Έχουμε εν προκειμένω την αναφορά του Διοφάνη από τη Νίκαια της Βιθυνίας τον 1ον π.χ. αιώνα για το εξαιρετικό μέλι των Χύτρων: ‘ Άριστον μεν μέλι το Αττικόν, και του Αττικού το Υμήττιον, και του Κυπρίου το Χύτριον’. Ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός (1788) αναφέρει αρκετά για τις ασχολίες των κατοίκων της: ‘Είναι τόπος ευφρόσυνος, δια τα περιβόλια της μετάξης, οπού έχει, και άλλων δένδρων καρποφόρων. Έχει μίαν βρύσιν μεγάλην, της οποίας τα νερά διαμοιράζονται εις διάφορα μέρη, και γυρίζουσι δι αυτών πολλοί νερόμυλοι, αλέθοντες σιτάρι, και άλλα παρόμοια. Εις τα κάτωθεν αυτής μέρη γεωργείται αρκετόν βαμβάκιον, μετάξη γίνεται όχι ολίγη. Αυτής της βρύσεως τα νερά, ως είδαμεν, επήγαιναν δι’ αυλάκων εις τη Σαλαμίνα τον παλαιόν καιρόν, των οποίων αυλακίων και καμάρων έτι σημαία φαίνονται έξωθεν της Σαλαμίνης ή παλαιάς Αμμοχούστου’. Σύμφωνα με μια φήμη το κραμβί βγήκε από τα περβόλια της Κυθρέας και στα 1604 μ.χ. μεταφυτεύτηκε στην Ευρώπη.
Μεταποίηση
Πέραν της γεωργίας και της κτηνοτροφίας/πτηνοτροφίας και της επεξεργασίας των προιόντων κι εκμετάλλευσης των υπηρεσιών τους, το επιχειρηματικό δαιμόνιο των προγόνων μας εκάλυψε και μεταποιητικούς τομείς. Σε πολλές περιπτώσεις οι δραστηριότητες ήταν σε μικρές μονάδες ( ρούχα, παπούτσια, έπιπλα κ.ά. ) αλλά σε άλλες ήταν σύγχρονες βιομηχανικές μονάδες. Κλασσική περίπτωση ήταν η βιομηχανία έτοιμων ενδυμάτων Τζετ, την οποία ίδρυσε μετά την Ανεξαρτησία ο μ. Γ.Καλλής και τα αδέλφια του από ένα μικρό ραφτάδικο, για να καλύψει όλη την Κύπρο και να επεκταθεί στη συνέχεια σε Χώρες του εξωτερικού. Ιδιαίτερα επιτυχείς ήταν παλαιότερα οι δραστηριότητες που ανέπτυξαν οι Κυθρεώτες με την αξιοποίηση των εξαίρετων οικοδομικών υλικών της οροσειράς του Πενταδάκτυλου. Ο γέρο-Πενταδάκτυλος όχι μόνο αγκάλιαζε προστατευτικά και φιλούσε την Κυθρέα, κατά τον ποιητή, αλλά και προμήθευε την πρώτη ύλη για την παραγωγή ασβέστη, τούβλων κι άλλων βασικών οικοδομικών υλικών (χαλίκια, άμμο). Και σ’ αυτούς τους τομείς σημειώθηκε πρωτόγνωρη τεχνολογική αναβάθμιση από μέρους των Κυθρεωτών. Μια οικονομική δραστηριότητα που άκμασε στην περιοχή τις τελευταίες δεκαετίες ήταν εκείνη της ασβεστοποιίας και της παραγωγής σκύρων για την παραγωγή έτοιμου ενισχυμένου σκυροδέματος για τις οικοδομές κι άλλες κατασκευές. Οι ασβεστόλιθοι του Πενταδάκτυλου ήταν μοναδική πρώτη ύλη για τέτοιου είδους χρήσεις. Οι άξιοι πρωτεργάτες της ασβεστοποιίας (οικογένειες Γιώργου Μακρή και Γιάννη Κυριακίδη) ζήτησαν τη βοήθεια ειδικών από την Ελλάδα, τη Γερμανία κι αλλαχού για να εκσυγχρονίσουν τις μεθόδους παραγωγής, να αναβαθμίσουν την ποιότητα και να κάμουν ανταγωνιστικά τα προιόντα τους τόσο εδώ όσο και στο εξωτερικό. Αξίζει να αναφέρω ότι όταν για περιβαλλοντικούς λόγους το Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης πριν από την εισβολή έψαξε να βρεί αλλού παρόμοια πρώτη ύλη και να μεταφερθούν εκεί τα λατομεία του Πενταδακτύλου τα βρήκε δύσκολα. Ελάχιστες περιοχές της Κύπρου διέθεταν τέτοια πρώτη ύλη. Κι όταν αναγκαστικά εγκαταλείψαμε το 1974 την Κυθρέα για πολύ καιρό δεν μπορούσαμε να υποκαταστήσουμε τα υλικά που αφήσαμε πίσω μας με αποτέλεσμα πολλά από τα οικοδομήματα της εποχής εκείνης να αντιμετωπίζουν προβλήματα ασφάλειας.
Έτσι είναι και πάλι προς τιμή του προοδευτικού επιχειρηματικού πνεύματος των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής της Κυθρέας που πρωτοπόρησε στην παραγωγή ασβέστη, τούβλων, κεραμιδιών κι άλλων οικοδομικών υλικών με την εισαγωγή, πολλές φορές από το εξωτερικό, νέων μηχανημάτων και νέων μεθόδων παραγωγής και την αυτοματοποίησή της. Πολλοί επιχειρηματίες από γειτονικές Χώρες επέδειξαν ενδιαφέρον για τις μεθόδους αυτές. Είναι χαρακτηριστικό το ότι μετά την εισβολή και τον εκτοπισμό του 1974 ορισμένοι Κυθρεώτες ‘ασβεστάρηδες’ εδραστηριοποιήθηκαν στο εξωτερικό, κυρίως, σε Χώρες του Αραβικού κόλπου.
Η Γειτνίαση με τη Λευκωσία
Η γειτνίαση προς την πρωτεύουσα, τη Λευκωσία, ήταν ευλογία αλλά και μαζί ανασχετικός παράγοντας για την ανάπτυξη της Κυθρέας. Ευλογία γιατί είχε εύκολη πρόσβαση σε μια μεγάλη αγορά για τη διάθεση των προιόντων της γης της και των επιδέξιων δραστηριοτήτων των κατοίκων της. Μειονέκτημα, γιατί λειτούργησε ανασταλτικά σε πολλούς τομείς ανάπτυξής της: Πολλά νεαρά ζευγάρια προτιμούσαν την εγκατάστασή τους στη Λευκωσία, ιδιαίτερα στο Καιμακλί και την Παλλουριώτισσα, όπου μπορούσαν πιο εύκολα να βρουν οικόπεδο κι απασχόληση. Το ίδιο έκαμαν κι αρκετοί επαγγελματίες για να εκμεταλλευτούν μια μεγαλύτερη αγορά. Οι μαθητές/τριες φοιτούσαν στα γυμνάσια της Λευκωσίας, πράγμα που εμπόδισε τη δημιουργία τέτοιων σχολών στην Κυθρέα μέχρι τη δεκαετία του 1960, την πρώτη δεκαετία μετά την Ανεξαρτησία. Η συντηρητικότητα των Κυθρεωτών στην αποξένωση αγαπημένης γης δεν επέτρεψε την εγκατάσταση ξένων στην περιοχή, εκτός από κάποιους παλλινοστούντες Κυθρεώτες. Αυτή η εμμονή τους είχε ως συνέπεια ο πληθυσμός της Κυθρέας να μην αυξηθεί για πολλές δεκαετίες.
Το Μέλλον
Τι κάνουμε τώρα; Δυστυχώς δεν εισακούστηκα τότε το 1974/75 να μαζέψουμε τους εκτοπισμένους μας από κάθε χωριό και να τους στεγάσουμε σε ένα συνοικισμό ή Τ/Κ χωριό ή συνοικία μιας πόλης ώστε να συνεχίσουν να ζουν ομαδικά στη βάση των πατροπαράδοτων κανόνων καλής γειτονίας. Προσωπικά είχα πολλά γειτονικά σπίτια στους Χατζηπιερίδες της Χαρδακιότισσας στην Κυθρέα, όπου γεννήθηκα κι έζησα τα παιδικά μου χρόνια, εκτός από τα σπίτια των θείων, όπου είχα πρόσβαση σαν στο σπίτι μου. Αν δεν είχα αυγό για το πρόγευμά μου ήξερα πού θα βρω: στο γουμά ή στην κωφινιά στο σώσπιτο της Μαριούς και της Ελένης του Ζορπά, των γειτόνισσων μου. Με τη διασπορά των εκτοπισμένων αυτή η σχέση διακόπηκε. Δεν ήταν τυχαίο που όταν ζήτησα από το Τμήμα Πολεοδομίας, που ήταν υπεύθυνο για τους αρχικούς προσφυγικούς καταυλισμούς, να μου περιγράψουν τις εμπειρίες τους, ανέφερε, μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι εκεί υπήρχαν σειρές σκηνών που ήταν οι πόρτες ανοικτές και σειρές με κατάκλειστες πόρτες. Όταν διερεύνησαν το φαινόμενο φάνηκε ότι: Στην πρώτη περίπτωση οι ένοικοι ήταν από το ίδιο χωριό! Έτσι, πέραν του ό,τι η διαβίωση στην προσφυγιά θα γινόταν πιο υποφερτή, θα μπορούσαμε πιο εύκολα να διατηρήσουμε άσβεστη την εικόνα των χωριών και των τόπων μας καθώς και την επιθυμία της επιστροφής όσο καιρό κι αν χρειαστεί. Κι είναι σ’ αυτή την πτυχή που πρέπει να επιδοθούμε εμείς οι παλιότεροι και τα οργανωμένα σύνολα, οι Δήμοι κλπ. Η Τουρκία δε βιάζεται. Στηρίζεται στο πέρασμα του χρόνου. Ποιοί από τους Μικρασιάτες διεκδικούν ακόμα τη Σμύρνη, το Αιβαλί/Κυδωνιές;
Ας θεωρηθεί κι η δική μου σημερινή παρέμβαση σαν ακόμη μια υπενθύμιση του χρέους όλων για να εργαστούμε για επάνοδο στη γενέθλια γη της Κυθρέας. Δεν ξέρω αν κάποιοι συγχωριανοί μας ακολούθησαν το παράδειγμα άλλων εκτοπισμένων να προσφύγουν στην Επιτροπή Περιουσιών που επινόησε η Τουρκία για να εξαγοράσει και νομιμοποιήσει την υφαρπαγή και κατακράτηση Ε/Κυπριακών περιουσιών στις Κ/Περιοχές. Δεν πρέπει η σημερινή κακή κατάσταση της περιοχής μας, μετά το στέρεμα του Κεφαλόβρυσου, να ωθήσει κάποιους να αποξενωθούν από τις περιουσίες τους. Μετά από διερεύνηση του θέματος κατέληξα στο σίγουρο συμπέρασμα ότι το νερό μπορεί να επανέλθει όταν ρυθμιστεί το θέμα της υπεράντλησης, που γίνεται τώρα από διατρήσεις βόρεια της πηγής κι η Κυθρέα να γίνει και πάλι η δενδρόεσσα, καταπράσινη κοιλάδα, όπως την αφήσαμε το 1974! Όταν πριν από την εισβολή έγινε μια διάτρηση στην περιοχή Αναδόκρεμμος, δυτικά της κορυφής του Πενταδάκτυλου πάνω από το χωριό Κλεπίνη, για παροχή νερού για ανάπτυξη της περιοχής ανατολικά της Κερύνειας, φάνηκε από τις πρώτες δοκιμές ότι η άντληση νερού επηρέαζε την στάθμη του Κεφαλόβρυσου της Κυθρέας. Έτσι δεν προχωρήσαμε στην αξιοποίηση της διάτρησης. Φαίνεται ότι οι Κατοχικές Αρχές προχώρησαν σε αλόγιστη χρήση του νερού αυτού για ύδρευση των μεγάλων αναπτύξεων που έκαμαν στην περιοχή Παχυάμμου κλπ.
Οι Αρχές της Κυθρέας, πολιτικές και θρησκευτικές, θα πρέπει να παραδειγματιστούν και να αξιοποιήσουν τη στρατηγική που εχρησιμοποίησε ο Επίσκοπος Δημητριανός για να απελευθερώσει το ποίμνιό του από τα σκλαβοπάζαρα της Βαγδάτης και να το επαναφέρει στην πατρώα γη. Μια περιοχή που για διάφορους λόγους πρέπει να επιστραφεί στους νόμιμους κατοίκους της είναι κι αυτή της ευρύτερης περιοχής της Κυθρέας. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός Ε/Κυπρίων θα μπορεί να επιστρέψει στα σπίτια και τις περιουσίες του. Ο Χάρτης που δόθηκε κατά τις διαπραγματεύσεις το 1976 προνοούσε τη συμπερίληψη της περιοχής της Κυθρέας στο Ε/Κυπριακό ‘Κρατίδιο’. Εμείς θα πρέπει να αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις και να επιμένουμε στην επιστροφή της περιοχής αυτής στους νόμιμους κατοίκους της υπό Ε/Κυπριακή διοίκηση εάν τελικά υιοθετηθεί η λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
Δρ Ιάκωβος Αριστείδου