December 13th, 2011 → 6:03 pm @ Aris Aristidou
Το πρόβλημα που προέκυψε λόγω της οικονομικής κρίσης εμφανίζεται τελικά σε δυο λόγους/κλάσματα, το ποσοστό του δημοσιονομικού ελλείμματος και το ποσοστό του δημόσιου χρέους. Και στις δυο περιπτώσεις παρονομαστής είναι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προιόν (ΑΕΠ). Η έμφαση που δόθηκε μέχρι τώρα κι οι πλείστες συζητήσεις που έγιναν στράφηκαν προς την κατεύθυνση της μείωσης των δαπανών και του δημόσιου χρέους, δηλαδή τη μείωση του αριθμητή του κλάσματος. Πολύ λίγες εισηγήσεις έγιναν για την περίπτωση αύξησης του παρονομαστή, την αύξηση του ΑΕΠ, την ανάπτυξη. Ούτε η Ε.Ε., ούτε τα αρμόδια Όργανά της, ούτε το ΔΝΤ, ασφαλώς, έδωσαν έμφαση στην ανάπτυξη σαν μέσο εξόδου από τα αδιέξοδα της κρίσης. Κι ασφαλώς ούτε τα Κράτη Μέλη.
Μερικοί έγκριτοι οικονομολόγοι που αναφέρονται στην ανάπτυξη δεν προχώρησαν παρακάτω γιατί θεώρησαν ότι αυτή δεν μπορεί να προωθηθεί λόγω της δημοσιονομικής κατάστασης. Ούτε η Κυβέρνηση ούτε οι Ημικρατικοί Οργανισμοί είναι σε θέση να προωθήσουν αναπτυξιακά έργα. Από την άλλη, ένα ευρύτερο πρόγραμμα ενθάρρυνσης του ιδιωτικού τομέα για δραστηριοποίηση και πάλι, σύμφωνα με την άποψη αυτή, θα έχει ως συνέπεια την απώλεια δημοσίων εσόδων. Κι έτσι η όλη προσπάθεια επικεντρώνεται στην περικοπή δαπανών και την αύξηση των εσόδων. Κι οι δυο ενέργειες, έστω κι αν γίνονται υπό το μανδύα των διαρθρωτικών αλλαγών και μπορεί να είναι σωστές υπό ομαλές συνθήκες, έχουν σαν αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και τη μη προώθηση της ανάπτυξης. Έχουμε κάπου εφαρμογή της γνωστής κυπριακής παροιμίας ‘το σσινί του χωρκάτη μονό δε φτάνει και διπλό φτάνει και περισσεύει’.
Αλλά δεν είναι πρόθεσή μου να εμπλακώ τώρα σε οικονομικές θεωρίες περί της σημασίας τόνωσης της ζήτησης σε περίοδο ύφεσης μέσω της οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης. Δυστυχώς τόσο στην Κύπρο όσο κι ευρύτερα επικράτησαν οι οικονομολόγοι της συντήρησης έναντι των αναπτυξιακών οικονομολόγων. Όμως θα εισηγηθώ κάτι, που κάνω τώρα και πέραν των δυο χρόνων με σχετικά σημειώματα προς τους ιθύνοντες κι εδώ και στην Ελλάδα. Εφόσον ο δημόσιος τομέας δεν είναι σε θέση να τονώσει τη γενικότερη ζήτηση (κατανάλωση + επένδυση ) γιατί η Κυβέρνηση δεν ενθαρρύνει κι υποβοηθεί τον ιδιωτικό τομέα να επιδείξει μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον; Κι ας μη προβληθεί το επιχείρημα ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι πρόθυμος να επενδύσει εν μέσω ύφεσης.
Πριν λίγους μήνες ο ίδιος ο ιδιωτικός τομέας δημοσιοποίησε κατάλογο με μεγάλα αναπτυξιακά έργα, που ήθελε να προωθήσει αν είχε την ενθάρρυνση και τη διευκόλυνση της Κυβέρνησης. Αλλά πέραν τούτου, η εισήγησή μου προς τους αρμοδίους ήταν όπως η Κυβέρνηση αναθέσει αριθμό δημοσίων έργων με το σύστημα του B.O.T. στον ιδιωτικό τομέα. Μερικά από τα έργα που εισηγήθηκα ήταν η ανέγερση κυβερνητικών κτιρίων παγκύπρια, τα περισσότερα από τα οποία σήμερα είναι ενοικιαζόμενα, η ανάθεση της ανέγερσης κατοικιών για τους δικαιούχους του Οργανισμού Χρηματοδότησης Στέγης κλπ, η εκτέλεση οδικών έργων, μαρίνων κ.ά. Τα έργα αυτά θα πρέπει ούτως ή άλλως να γίνουν. Γιατί να μη γίνουν τώρα; Κι αν ακόμα με την μέθοδο αυτή αυξηθεί το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με μια σχολή σκέψης στο Υπουργείο Οικονομικών, τα οφέλη από τη δραστηριοποίηση της οικονομίας, την αύξηση της απασχόλησης ευρύτερα μέσω του τομέα των κατασκευών και τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών θα είναι τέτοια που θα μπορούσαμε να ‘αντέξουμε’ μια μικρή αύξηση του χρέους.
Αυτά έπρεπε να γίνουν όταν διαφάνηκε ότι η διεθνής κρίση θα επηρέαζε και την κυπριακή οικονομία. Με την κρίση ρευστότητας στον ευρύτερο χρηματοοικονομικό τομέα σήμερα ίσως να είναι πιο δύσκολο να επιτύχει ένα τέτοιο εγχείρημα. ‘Ομως θα πρέπει να επιχειρηθεί.
Ιάκωβος Αριστείδου
Δεκέμβρης 2011