April 11th, 2016 → 11:52 pm @ Aris Aristidou
Ένα βασικό μειονέκτημα της πολιτικής μας ζωής ήταν και είναι η αδυναμία ή αποφυγή υποβολής ολοκληρωμένων προτάσεων λύσης στο Κυπριακό πρόβλημα ή στα επιμέρους σημαντικά θέματα που εγείρονται καθημερινά. Αρκούμαστε στην επίκριση κάθε θέσης που προβάλλεται ή κάποιας ενέργειας που γίνεται ή δεν γίνεται, ψάχνοντας να βρούμε ποιά θέση πήρε η αντίπαλη πλευρά κάποτε για να υποβιβάσουμε την κρίση και την υπευθυνότητά της. Αναμέναμε ότι με τη σύσταση του Εθνικού Συμβουλίου θα εδίδετο η δυνατότητα ενός εποικοδομητικού διαλόγου και η συζήτηση κι επίλυση οποιωνδήποτε διαφορετικών απόψεων υπάρχουν. Όταν τελικά δε συμφωνούμε ποιά λύση θέλουμε και πώς θα την πετύχουμε, πώς θα πείσουμε τους άλλους να μας συμπαρασταθούν και να βοηθήσουν, διερωτήθηκα; Δυστυχώς το μικροκομματικό στοιχείο κυριαρχεί στην πολιτική αρένα. Η συνεχής ενασχόληση των Κομμάτων κι άλλων πολιτικών Κινήσεων να βρουν επιχειρήματα για να κατακεραυνώσουν μια θέση ή μια ενέργεια της Κυβέρνησης ή ενός άλλου ανταγωνιστικού Κόμματος εξαντλεί τις δυνατότητές τους για βαθύτερο προβληματισμό ή για μελέτες και θετικές εισηγήσεις για αντιμετώπιση καθημερινών προκλήσεων ή για μια καλή λύση του Κυπριακού.
Προβληματιζόμενος, λοιπόν, πώς θα βγούμε από τα αδιέξοδα, που εδώ και πάρα πολλά χρόνια έχουμε μπει στο Κυπριακό κι ανησυχώντας λόγω των κινδύνων που μας περιβάλλουν είτε της παγίωσης της παρούσας κατάστασης είτε της διχοτόμησης της Νήσου, επανέρχομαι και πάλι στη διερεύνηση της λύσης με επάνοδο στις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου. Γνωρίζω ότι κι η διευθέτηση εκείνη επιβλήθηκε στους Ε/Κυπρίους κι έδινε υπερπρονόμια στο σύνοικο στοιχείο, πράγμα που οδήγησε πολύ σύντομα σε αδιέξοδα, που ανάγκασαν τον Μακάριο να υποβάλει προς συζήτηση τα 13 σημεία για αλλαγές στο Σύνταγμα. Μήπως τώρα είναι καιρός να τα θέσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων λαμβανομένων, βεβαίως, υπόψη των εξελίξεων έκτοτε;
Σήμερα θα επεκταθώ σε μια ιδέα που διατύπωσα και πάλι προηγουμένως, η οποία μπορεί να βγάλει και τις δυο πλευρές από πολλά διλήμματα και να δώσει μια λύση δίκαιη, βιώσιμη κι ικανοποιητική υπό τις περιστάσεις. Ξεκινώ από το γεγονός ότι η Κύπρος ολόκληρη πληθυσμιακά κι από πλευράς έκτασης δεν είναι μεγαλύτερη από μια μεσαίου μεγέθους πόλη της Ευρώπης. Το ό,τι ξεχνούμε πολλές φορές την πραγματικότητα φαίνεται κι από το γεγονός ότι προχωρήσαμε και δημιουργήσαμε ένα σωρό μικρές και μη βιώσιμες Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης με όλες τις αρνητικές συνέπειες, που παρατηρούμε σήμερα. Ίσως το πάθημα αυτό να μας γίνει μάθημα και για τη λύση στο Κυπριακό. Όσο περισσότερες εξουσίες εκχωρήσουμε στα δυο ‘Κρατίδια’ τόσο περισσότερο μη βιώσιμο θα καταστεί το οικοδόμημα, που θα κτίσουμε.
Φαίνεται εκ των πραγμάτων ότι η διζωνικότητα είναι αναπόφευκτη. Δυστυχώς εκείνη η εικόνα που περιέγραψε ο Άγγλος Διευθυντής για την τελευταία Απογραφή Πληθυσμού επί αποικιοκρατίας, ότι ‘η κατανομή του μοιάζει με μια τάρτα όπου οι Ε/Κ και Τ/Κ σταφίδες είναι κατεσπαρμένες παντού’, καταφέραμε κι οι δυο πλευρές να καταστραφεί. Έτσι αναγκαστικά θα ξεκινήσουμε με δυο ζώνες, μια Ε/Κυπριακή και μια Τ/Κυπριακή χωρίς στεγανά διαχωριστικά τείχη. Από τώρα θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα και να βοηθηθεί οποιοσδήποτε θέλει να επιστρέψει στον τόπο του να το κάμει. Η ίδια ευχέρεια θα πρέπει να διασφαλιστεί και για το μέλλον όπου πια θα ισχύουν οι βασικές ελευθερίες της Ε.Ε.
Οι δυο αυτές ζώνες θα είναι δυο Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στις οποίες θα δοθούν εκείνες οι εξουσίες κι εκείνα τα μέσα για να διοικηθούν ομαλά, να αναπτυχθούν και να νοιώθουν ασφάλεια. Βασικό επίσης είναι να μη νοιώθουν ότι αδικήθηκαν έναντι της άλλης. Όλες οι πτυχές θα πρέπει να ρυθμιστούν αντικειμενικά κι όπου η πλειοψηφία της μιας ή της άλλης πλευράς δημιουργεί ενδεχόμενο εκμετάλλευσης σε βάρος της άλλης να υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες ή διορθωτικές/αντισταθμιστικές πρόνοιες. Στη συνέχεια θα αναφερθώ σε μερικές βασικές παραμέτρους της διευθέτησης αυτής.
Ξεκινώντας από το εδαφικό, δηλ. την έκταση κάθε Αρχής, η μόνη δίκαιη βάση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είναι η νόμιμη ιδιοκτησία γης κάθε πλευράς συν ένα ποσοστό Κρατικής γης ανάλογο με τον πραγματικό πληθυσμό της πριν από την εισβολή. Όταν καθοριστεί το εδαφικό το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960, που προνοούσε την ύπαρξη δυο εθνικών Κοινοτήτων, μπορεί να εφαρμοστεί. Ξεκινώντας από τις βασικές ελευθερίες, το Σύνταγμα προνοούσε, πέραν των γενικών ελευθεριών, για το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης εντός του εδάφους της Δημοκρατίας, διαμονής σε οποιονδήποτε τμήμα αυτής και κατοχής περιουσίας.
Ποιές εξουσίες θα δοθούν στις δυο ΟΤΑ και ποιές στην Κεντρική Κυβέρνηση; Το Σύνταγμα του 1960, που ήταν δικοινοτικό (αλλά όχι διζωνικό), έδιδε εξουσίες στις δυο Κοινότητες. Προσπάθησα να δω κατά πόσο οι εξουσίες αυτές μπορούσαν να μεταφερθούν με τρόπο που θα εξυπηρετούσε το γενικότερο καλό στις δυο ΟΤΑ. Οι πρόνοιες του Συντάγματος του 1960 φαίνεται ότι μπορούν να μεταφερθούν στο νέο Σύνταγμα νοουμένου ότι ληφθούν υπόψη τα 13 σημεία Μακαρίου για βελτίωση της λειτουργικότητας και της βιωσιμότητας του Κράτους. Όπως ανέφερα κι άλλοτε, από τη διευθέτηση του 1960 θα πρέπει να διαφοροποιηθούν κι άλλα σημεία όπως εκείνα που αναφέρονται στις Συνθήκες Εγγυήσεως και Συμμαχίας. Επιπλέον το νέο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πρέπει να συνάδει με τις αρχές και τις σχετικές επιταγές της Ε.Ε. Ειδικοί εμπειρογνώμονες, δικοί μας και ξένοι, θα μπορούσαν να επεξεργαστούν τις λεπτομέρειες.