February 12th, 2016 → 10:15 am @ Aris Aristidou
Θά’θελα πρώτα να συγχαρώ την Κυβέρνηση για την πρόσφατη υπογραφή της συμφωνίας συνεργασίας στα θέματα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης με την Εσθονία, μια Χώρα που τα τελευταία χρόνια έκαμε άλματα στον τομέα αυτό. Μιλούμε για ένα τομέα που μπορεί έμμεσα κι άμεσα να συνεισφέρει όσο ένας από τους κυριότερους τομείς της οικονομίας στο ΑΕΠ. Κι όμως για διάφορους λόγους δεν ολοκληρώθηκε το πείραμα που πρώτο το Δημόσιο ξεκίνησε από την εποχή της Ανεξαρτησίας (Γενικό Λογιστήριο/Ημικρατικοί Οργανισμοί). Ο ιδιωτικός τομέας πολύ αργότερα προχώρησε στη μηχανογράφηση. Όμως κι η Κυβέρνηση δεν αξιοποίησε την εμπειρία της και δεν επεκτάθηκε έγκαιρα και συστηματικά με αποτέλεσμα και σήμερα πλείστες όσες εργασίες να διεξάγονται με το χέρι ενώ η γενικότερη ηλεκτρονική διακυβέρνηση είναι κάτι το ζητούμενο.
Μετά την εξοικείωσή μου με τις τρομερές δυνατότητες των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Λονδίνο κατά την ετοιμασία της διδακτορικής μου διατριβής στη δεκαετία του 1960, προσπάθησα να μεταφέρω τις εμπειρίες στην Κύπρο όταν επέστρεψα. Η δημιουργία μιας πιο αποδοτικής κυβερνητικής μηχανής ήταν πάντοτε μέσα στις επιδιώξεις μας. Βάλαμε στο Σχέδιο Ανάπτυξης,1967-1971, ότι στα πέντε αυτά χρόνια θα προχωρούσαμε με τη μηχανογράφηση της Δημόσιας Υπηρεσίας με βάση την τότε τεχνολογία. Αναλάβαμε έτσι σταυροφορία μηχανογράφησης των κυβερνητικών εργασιών και υποστηρίξαμε ποικιλοτρόπως την επιμόρφωση των λειτουργών. Κι εκεί που κατά καιρούς νομίζαμε ότι έγινε πρόοδος φαίνεται ότι το σύνδρομο του Σίσυφου επενεργεί και την ανατρέπει. Αν δεν προχωρούμε συνεχώς μπροστά, ο εφησυχασμός μας παρασύρει προς τα πίσω.
Δεν θα απαριθμήσω όλες τις προσπάθειες για να βοηθήσουμε τα Τμήματα να εκσυγχρονίσουν τις μεθόδους εξυπηρέτησης του κοινού με τη μηχανογράφηση. Θα αναφέρω μόνο μερικές. Για να επικυρωθεί ο διορισμός μου στο Γραφείο Προγραμματισμού το 1967 έπρεπε να παρουσιάσω πιστοποιητικό γέννησης, που μπορούσα να εξασφαλίσω από το φάκελο του διαβατηρίου μου στο Τμήμα Μετανάστευσης. Στην αίθουσα ‘εξυπηρέτησης’ του κοινού γινόταν το αδιαχώρητο. Πάρα πολύς κόσμος, καμιά σειρά προτεραιότητας, καμία τάξη. Όλοι έτρεχαν προς τον πάγκο όταν έβγαινε ο κλητήρας. Ότανκατάφερα να βρεθώ ‘αντιμέτωπος’ με τον αγέλαστο κλητήρα, η απάντηση ήταν ‘τέτοια πράματα δε γίνονται’ και γύρισε αλλού. Τον άρπαξα από το γιακά και του συνέστησα να κάμει αυτό που του ζήτησα. Σε λιγότερο από πέντε λεπτά είχα το πιστοποιητικό χάρις στην προθυμία ενός υπαλλήλου, παλιού μου μαθητή, που στο άκουσμα της υπόθεσης έτρεξε να με εξυπηρετήσει! Έκτοτε ζητούσα επίμονα από τους Υπουργούς Εσωτερικών να φροντίσουν να μηχανογραφηθεί το Τμήμα για να εξυπηρετούνται καλύτερα οι πολίτες. Για πολλά χρόνια η κατάσταση συνέχιζε να είναι η ίδια, πράγμα που προκάλεσε και την παρέμβαση της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Η κατάσταση έχει βελτιωθεί έκτοτε μετά τη μηχανογράφηση του Τμήματος και την αποκέντρωση που έγινε σχετικά με τα διαβατήρια.
Δυστυχώς η προσπάθεια προσέκρουε στην αρνητική αντίδραση από πολλές πλευρές. Μια γεύση της ταλαιπωρίας αυτής πήρα σε επίσκεψή μου στον Υπουργό Οικονομικών το 1968. Βρήκα εκεί τον Γενικό Λογιστή να εκλιπαρεί για πολλοστή φορά, όπως μου ανέφερε αργότερα, για την εξασφάλιση ενός μικρού ποσού για αναβάθμιση του ηλεκτρονικού υπολογιστή, που είχαν ενοικιάσει. Αφού υπέδειξα τις σχετικές πρόνοιες του τρέχοντος Σχεδίου και τις τεράστιες δυνατότητες που διανοίγονταν με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ο Υπουργός συγκατένευσε, προς μεγάλη ανακούφιση του Γενικού Λογιστή.
Αλλά κι η αρχική αντίδραση των δημόσιων υπαλλήλων να δεχθούν την καινοτομία αυτή υπήρξε ανασχετικός παράγοντας. Όταν προτείναμε να εφοδιάσουμε τα Υπουργεία με φορητούς υπολογιστές, ζητούσαν μαζί με τους υπολογιστές και επιπλέον προσωπικό για να τους λειτουργεί! Με αυτές τις νοοτροπίες δεν είναι παράξενο που και σήμερα είμαστε ουραγοί στην Ε.Ε. στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ιδιαίτερα χάσαμε πολύ χρόνο στην εισαγωγή του μαθήματος των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην εκπαίδευση. Παρά τις επανειλημμένες μας κρούσεις, η συστηματοποίηση των διευθετήσεων για το έργο αυτό ξεκίνησε μόλις το τέλος της δεκαετίας του 1980.
Χαρακτηριστικό της βραδύτητας με την οποία αντιμετωπίζετο το θέμα ήταν κι η περίπτωση της μηχανογράφησης των εργασιών του Υπουργείου Εργασίας. Ένα από τα πρώτα μελήματά μου, τον Μάη του 1990, ήταν η μηχανογράφηση των εργασιών του. Ακολουθώντας την τακτική, που καθιερώσαμε, γράψαμε στο Υπουργείο Οικονομικών για τη σχετική έγκριση. Η απάντηση δεν άργησε να έρθει. Θα μας έλεγαν το Δεκέμβρη ποια σειρά είχαμε στην μηχανογράφηση. Πήρα αμέσως το θέμα στο Υπουργικό Συμβούλιο και κάκισα τα κριτήρια που χρησιμοποιούσαν. Δεν μπορούσαν να έχουν χαμηλή προτεραιότητα οι Υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας που εξυπηρετούν το ευρύτερο κοινό και μάλιστα στις πιο δύσκολες φάσεις της ζωής του. Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε το πρόγραμμα μηχανογράφησης του Υπουργείου. Μέχρι να αποχωρήσω από το Υπουργείο, φρόντισα να ολοκληρωθεί η μηχανογράφηση του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Το σύστημα είναι έτοιμο για πρόσθετες διευκολύνσεις προς το κοινό, όπως η πληρωμή των εισφορών μέσω διαδικτύου, που καθιερώθηκε αργότερα.
Δυστυχώς η αρνητική θέση στη μηχανογράφηση συνεχίστηκε. Παρά τις κατά καιρούς εκθέσεις και εισηγήσεις ξένων και Κυπρίων εμπειρογνωμόνων (ιδιαίτερα του συμπατριώτη μας καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργου Φιλοκύπρου, που μετακαλέσαμε επί τούτω) η αρνητική θέση των αρμοδίων στο θέμα απέτρεψε τη μετατροπή της Κύπρου σε πρωτοποριακή αγορά χρήσης των σύγχρονων αυτών εργαλείων πληροφορικής κι επικοινωνίας. Μέχρι σήμερα η Κυβερνητική Μηχανή δεν έχει μηχανογραφηθεί σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό. Ο ιδιωτικός τομέας έχει ήδη προχωρήσει περισσότερο.