February 12th, 2016 → 10:00 am @ Aris Aristidou
Όπως τονίσαμε επανειλημμένα, η οικονομική άνοδος της Κύπρου ήταν το μέσο, το απαραίτητο μέσο για βελτίωση όλων εκείνων των στοιχείων που συνιστούν το μεγάλο κεφάλαιο της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Ανάμεσά τους συγκαταλέγεται η διασφάλιση όλων έναντι των αντιξοοτήτων της ζωής (γηρατειά, ανεργία, ανικανότητα για εργασία). Ποτέ όμως δεν ήταν εύκολη υπόθεση η προώθηση μέτρων κι αλλαγών. Η κυριότερη αιτία είναι γιατί οι επηρεαζόμενοι βλέπουν πάντα με βραχυπρόθεσμη προοπτική το συμφέρον τους κι όχι σε κάποιο βάθος χρόνου. Θα αναφερθώ σε θέματα κοινωνικών ασφαλίσεων, με αφορμή τη συζήτηση για αφυπηρέτηση των γιατρών του δημοσίου στα 68.
Στην προσπάθειά του να βελτιώσει το ΣΚ Ασφαλίσεων στη δεκαετία του 1980 το Υπουργείο Εργασίας υπέβαλε πρόταση για εισαγωγή της αναλογικής σύνταξης, ενός συμπληρωματικού σχεδίου, που να συνδέει εισφορές και παροχές με το ύψος του μισθού μέχρις ενός ποσού. Μετά από πολλές συζητήσεις, ήρθησαν κάποιες ανησυχίες του Υπουργείου Οικονομικών και το θέμα πήρε την άγουσα προς συζήτηση με τους κοινωνικούς εταίρους στα πλαίσια της Τριμερούς Συνεργασίας, που κι αυτή τελευταία δέχεται σκληρά κτυπήματα.
Τόσο οι εργοδοτικές οργανώσεις όσο κι οι συντεχνίες δέχτηκαν την πρόταση, ενώ η ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ. κι οι εκπαιδευτικοί την απέρριψαν, με τη δικαιολογία ότι οι κρατικοί λειτουργοί είχαν τα κυβερνητικά σχέδια σύνταξης και μάλιστα χωρίς συνεισφορά. Επειδή οι αναλογιστικές προβλέψεις απαιτούσαν καθολική συμμετοχή στο σχέδιο, καταλήξαμε σε ένα συμβιβασμό: τη συνεισφορά των κρατικών λειτουργών θα κατέβαλλε η Κυβέρνηση, η οποία, όμως, θα έπαιρνε η ίδια τα ποσά της αναλογικής σύνταξης των συνταξιούχων της. Έτσι το ΤΚ Ασφαλίσεων καταβάλλει την αναλογική σύνταξη, που κάθε συνταξιούχος δικαιούται, την οποία παρακρατεί το Γενικό Λογιστήριο από τη κυβερνητική σύνταξή του. Δηλαδή οι κρατικοί λειτουργοί έγιναν τελικά το όχημα για να ασφαλιστεί η Κυβέρνηση. Δεν ξέρω ‘πόσα έχει βγάλει’ μέχρι τώρα η Κυβέρνηση από αυτή τη γαλαντόμικη χειρονομία των οργανώσεων των κρατικών υπαλλήλων!
Όταν το 1992 βρέθηκα σε μια σύναξη των Ευρωπαίων Υπουργών Κ Ασφαλίσεων, όλοι, εκτός από μένα, διεκτραγωδούσαν την άσχημη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν τα ΤΚ Ασφαλίσεων. Φεύγοντας, σκέφτηκα ξανά τις δυσκολίες των συναδέλφων κι άρχισα να προβληματίζομαι για το μέλλον. Πέραν του ό,τι οι καλοί δείκτες της οικονομίας δεν έπρεπε να θεωρούνται δεδομένοι, το δημογραφικό πρόβλημα άρχισε να διαφαίνεται και στην Κύπρο. Γιατί η Κύπρος δεν θα αντιμετώπιζε σε κάποιο στάδιο παρόμοια προβλήματα; Μετά από επανεκτίμηση της κατάστασης στο Συμβούλιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προωθήσαμε διάφορες αλλαγές αναφορικά με τις συντάξεις. Μειώσαμε το όριο συνταξιοδότησης και των αντρών στα 63 και παραχωρήσαμε το δικαίωμα αφυπηρέτησης όλων μέχρι τα 68. Η μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 65 στα 63 και των αντρών ενείχε μια στρατηγική κίνηση μείωσης του ορίου για τους πολλούς, ώστε να μπορέσουμε να ανεβάσουμε τους υπόλοιπους επίσης στα 63. Δεν ήταν δίκαιο ορισμένες τάξεις εργαζομένων, και μάλιστα οι εργαζόμενοι, όχι στα πιο σκληρά επαγγέλματα, να συνταξιοδοτούνται στα 60 τους, ενώ άλλοι που είναι εκτεθειμένοι σε αντίξοες καιρικές συνθήκες στα 65.
Η μείωση του ορίου συνταξιοδότησης στα 63 ήταν δικαίωμα των εργαζομένων, εάν ήθελαν να το ασκήσουν, νοουμένου ότι πληρούσαν τις ελάχιστες προυποθέσεις από πλευράς εισφορών. Όμως παρείχετο η επιλογή κάποιος να μην το ασκήσει και να συνεχίσει να συνεισφέρει μέχρι τα 65 ή ακόμη και μέχρι τα 68 για να πάρει πλήρη ή αυξημένη σύνταξη. Αυτή η ευελιξία, που για πρώτη φορά εισήχθηκε τότε, θα μπορούσε να βοηθήσει να αντιμετωπιστούν πολλά προβλήματα που παρουσιάζονται σε ένα σύνθετο θέμα όπως αυτό. Δυστυχώς δεν καλλιεργήθηκε αρκετά. Όπως το βλέπαμε τότε, θα μπορούσε με την ευελιξία αυτή και με τα κατάλληλα κίνητρα να λυθεί το πρόβλημα της παράτασης του ορίου συνταξιοδότησης ακόμη και στα 68, για όσους ήθελαν ή μπορούσαν να εργάζονται παραγωγικά.
Είναι τότε που υποβάλαμε προς συζήτηση την αφυπηρέτηση και των δημοσίων υπαλλήλων, ημικρατικών κι άλλων στα 63 αντί στα 60. Στο διάλογο που προλάβαμε να κάνουμε με διάφορες Οργανώσεις, η κατάσταση διαμορφώθηκε ως εξής: Η ΣΕΚ, η ΠΕΟ, η ΕΤΥΚ δέχτηκαν την εισήγηση. Η ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ. αντιτάχθηκε. Δυστυχώς ούτε η επίσημη πλευρά προώθησε το θέμα. Πέρασε ανεκμετάλλευτη μια δεκαπενταετία και χάθηκε πολύτιμος χρόνος για αντιμετώπιση μιας πιθανής κρίσης του ΤΚΑσφαλίσεων. Το θέμα επανήλθε, όχι υπό τις ορθές του διαστάσεις, αλλά διότι έπρεπε να γίνει κάτι με τα δημοσιονομικά ελλείμματα μέσα στα πλαίσια του Προγράμματος Σύγκλισης της Ε.Ε. Στην τελευταία συζήτηση για την επέκταση του ορίου συνταξιοδότησης των κρατικών λειτουργών μονοπώλησαν οι δημοσιονομικές ανάγκες, ενώ η διάσωση κι ενδυνάμωση των κοινωνικών ασφαλιστικών θεσμών καθόλου δεν προβλήθηκε.
Θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι ήταν στα πρώτα χρόνια μετά την Ανεξαρτησία που οι κρατικοί λειτουργοί συμφώνησαν να συνταξιοδοτούνται στα 60 αντί τα 55. Στην περίοδο αυτή ο προσδοκώμενος μέσος όρος ζωής των Κυπρίων αυξήθηκε ως εξής:1948/50 63,6 έτη (άντρες) και 68,8 (γυναίκες), 1973 70,0 και 72,9, 2004/05 77,0 και 81,7 και 80,7 και 84,5 αντίστοιχα το 2014. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι θα ήταν καλό τα επιπλέον χρόνια ζωής να τα περνάμε χωρίς το άγχος της δουλειάς. Όμως τα οικονομικά των κοινωνικών ασφαλίσεων και του Κράτους δεν το επιτρέπουν. Γι’ αυτό στις ευρωπαικές χώρες το όριο συνταξιοδότησης ανεβαίνει κατά κανόνα μαζί με το προσδόκιμο όριο ζωής.