Και Πάλι η Δημόσια Υπηρεσία – Μέρος Ε-Η

September 25th, 2016 → 1:30 pm @

Bookmark this on Google Bookmarks
Share on StumbleUpon
Bookmark this on Delicious
Bookmark this on Digg

Δημόσια Υπηρεσία: Μνήμες κι Αγωνίες του 1974

Επειδή ‘το πολιτικό εμπάρκο’ για την ετοιμασία και δημοσιοποίηση ενός Έκτακτου Σχεδίου Οικονομικής Δράσης δεν είχε αρθεί ακόμη, η όλη σχετική εργασία παρέμενε μέσα στο Γραφείο. Σε εγκύκλιό μου προς τους Λειτουργούς Προγραμματισμού στις 20 Ιανουαρίου 1975 έλεγα: ‘Σε συνέχεια της συνεδρίας που έγινε στις 8 Οκτωβρίου 1974 αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι την προσεχή Παρασκευή 24η Ιανουαρίου 1975 και ώρα 8.30 π.μ. θα πραγματοποιηθεί στο Γραφείο μου κι άλλη συνεδρία των Λειτουργών Προγραμματισμού για ανταλλαγή απόψεων για τη μέχρι τώρα πρόοδο και τη μελλοντική εργασία. Κάθε Λειτουργός θα κάμει απολογισμό της εργασίας του πάνω στο θέμα της διαγραφής Προγράμματος Άμεσης Οικονομικής Δράσης και θα εισηγηθεί περαιτέρω μέτρα και σχέδια για την αναζωογόνηση των διαφόρων τομέων της αρμοδιότητάς του’.

Μετά την αντιμετώπιση των πιο πιεστικών αναγκών που προκάλεσε η εισβολή και ιδιαίτερα μετά την επάνοδο του Μακάριου στην Κύπρο και τη διακήρυξή του για μακροχρόνιο αγώνα, η διαχείριση των οικονομικών πραγμάτων έπρεπε να επανέλθει στα κανονικά πλαίσια. Για μας τούτο σήμαινε την ενεργοποίηση του Μηχανισμού Προγραμματισμού, ήτοι της Επιτροπής Προγραμματισμού (Γενικοί Διευθυντές Υπουργείων κι άλλοι Υπηρεσιακοί Παράγοντες υπό την προεδρία του Υπουργού Οικονομικών ή του Γενικού Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού) και της Κεντρικής Επιτροπής Προγραμματισμού (Υπουργοί υπό την προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας ή του Υπουργού Οικονομικών). Είναι γεγονός ότι παρεξηγήθηκε από διάφορες πλευρές η διακήρυξη εκείνη του Μακάριου. Ήταν όμως κι ένα μήνυμα σκληρής και συντονισμένης δουλειάς για επαναφορά της ευρωστίας της οικονομίας κι επάνοδο σε πορεία σταθερής κι απρόσκοπτης ανάπτυξης ανεξάρτητα από την πορεία επίλυσης του Κυπριακού. Μια εύρωστη οικονομία ήταν απαραίτητη προυπόθεση για ένα ευοίωνο μέλλον για τον Τόπο σε κάθε περίπτωση.

Έτσι συγκάλεσα στις 24 Φεβρουαρίου 1975 συνεδρία της ολομέλειας της Επιτροπής Προγραμματισμού (Επιτροπή Προυπολογισμού Ανάπτυξης κι Επιτροπή επί Θεμάτων Πολιτικής ) ‘προς μελέτη περαιτέρω μέτρων επαναδραστηριοποίησης της οικονομίας της Νήσου’ κι επισύναπτα  σχετικό Σημείωμα ‘πάνω σε ορισμένες από τις μέχρι τώρα ενέργειες της Κυβέρνησης προς την κατεύθυνση αυτή, καθώς και τις προβλεπόμενες μέσω του Προυπολογισμού Αναπτύξεως του 1975’. Και συνέχιζα: ‘Οι ενέργειες αυτές πιθανόν να ήσαν ικανοποιητικές εάν το Κυπριακό πρόβλημα ελύετο σύντομα κι οι πρόσφυγες επέστρεφαν στις εστίες τους. Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι η παρούσα κατάσταση θα συνεχιστεί για αρκετό χρόνο, οπότε καθίσταται αναγκαία μια πιο ριζική αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων που δημιουργήθηκαν. Η επιτυχής αντιμετώπιση, στο μεταξύ, των προβλημάτων αυτών θα διαγράψει σε μεγάλο βαθμό και τη τελική λύση του Κυπριακού προβλήματος. Για το σκοπό αυτό είναι ανάγκη η Επιτροπή Προγραμματισμού να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στον προγραμματισμό και συντονισμό των απαιτούμενων πρόσθετων δραστηριοτήτων’.

Η συνεδρία της Επιτροπής ήταν ιδιαίτερα επιτυχής και αποτέλεσε ένα νέο ξεκίνημα για συλλογική και προγραμματισμένη αντιμετώπιση του οικονομικού μέλλοντος του Τόπου. Αφού ξεκαθάρισε ο ρόλος της ΣΟΕ, που δημιούργησε κάποιες αμφιβολίες σε ορισμένα Υπουργεία, που δε συμμετείχαν, κι ανασκοπήθηκε το έργο που επιτελέστηκε μέχρι τότε, ο περισσότερος χρόνος αφιερώθηκε στη συζήτηση του προβλήματος της ανεργίας, τις δυνατότητες απασχόλησης ανέργων στους διάφορους τομείς και τα έργα και τα μέτρα που έπρεπε να προωθηθούν προς το σκοπό αυτό. Μερικά από τα σχέδια που αναφέρθηκαν παραπέμφθηκαν σε Υποεπιτροπές ή τα ανέλαβε το Γραφείο Προγραμματισμού για περαιτέρω μελέτη και προώθηση (π.χ. απασχόληση στη ναυτιλία, ανάληψη εργολαβιών από Κυπρίους εργολάβους στο εξωτερικό, δραστηριοποίηση αρχιτεκτονικών γραφείων, γραφείων πολιτικών μηχανικών και συμβούλων εδώ και στο εξωτερικό κλπ). Τέλος, συμφωνήθηκε να ετοιμαστεί επίσημα από το Γραφείο Προγραμματισμού Έκτακτο Σχέδιο Οικονομικής Δράσης κατόπιν υποβολής σχετικής πρότασης προς το Υπουργικό Συμβούλιο για έκδοση οδηγιών προς όλα τα Υπουργεία για συνεργασία. Παράλληλα συμφωνήθηκε τόσο η Επιτροπή Προγραμματισμού όσο και τα Υπουργεία να προωθήσουν συγκεκριμένα προγράμματα και σχέδια και να διευκολύνουν και υποβοηθήσουν τον ιδιωτικό τομέα για δραστηριοποίηση, με πρωταρχικό στόχο τη δημιουργία όσο το δυνατόν περισσότερων ευκαιριών απασχόλησης.

Με σχετικό Σημείωμά του προς το Υπουργικό Συμβούλιο στη συνεδρίασή του της 13ης Μαρτίου 1975, ο Υπουργός Οικονομικών και Πρόεδρος της Επιτροπής Προγραμματισμού το κατατόπισε για τις μέχρι τότε ενέργειες για επαναδραστηριοποίηση της οικονομίας και τόνισε την ανάγκη καλύτερης συστηματοποίησης των προσπαθειών αυτών, μεταξύ άλλων, με την αναθεώρηση του Τρίτου Σχεδίου Ανάπτυξης, 1972-1976 και την ετοιμασία ενός Έκτακτου Σχεδίου Οικονομικής Δράσης για τα υπολειπόμενα  χρόνια. Η εισήγηση έγινε δεκτή από το Υπουργικό Συμβούλιο, κοινοποιήθηκε στα Υπουργεία μαζί με σχετικά Καθοδηγητικά Σημειώματα του Γραφείου Προγραμματισμού για την ετοιμασία των προτάσεών τους για μελέτη και περίληψη στο Σχέδιο. Σε σχετική εγκύκλιο επιστολή του προς όλους τους Υπουργούς, ο Υπουργός Οικονομικών στις 31 Μαρτίου 1975 κατέληγε: ‘ταχύτητα, φαντασία και αποτελεσματικότητα θα πρέπει να χαρακτηρίζουν την όλη προσπάθεια. Οι καιροί είναι χαλεποί και κρίσιμοι. Η κινητοποίηση όλων των Υπηρεσιών των Υπουργείων σας είναι άκρως απαραίτητη για την εργασία αυτή και την αντιμετώπιση των οικονομικών δεινών του Τόπου. Έχομε θέσει ως στόχο την 1ην Μαίου,1975, για την ετοιμασία και υποβολή των προτάσεων των Υπουργείων στο Γραφείο Προγραμματισμού. Δεν έχω αμφιβολία ότι όλα τα Υπουργεία θα επιδείξουν τον ζήλο που επιβάλλουν οι περιστάσεις στη συλλογική αυτή προσπάθεια σχεδιασμού της δραστηριοποιήσεως του Τόπου. Με αυτό το τρόπο προσφέρουμε μια ύψιστη υπηρεσία στην Κύπρο μας’.

Η όλη εργασία περατώθηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και το Έκτακτο Σχέδιο Οικονομικής Δράσης 1975-1976 (Αναθεώρηση του Τρίτου Πενταετούς Σχεδίου Ανάπτυξης 1972-1976), ήταν έτοιμο. Προτού πάρει την τελική του μορφή παραπέμφθηκε στη Συμβουλευτική Οικονομική Επιτροπή για συζήτηση ώστε να περιληφθούν κι οι απόψεις του οργανωμένου ιδιωτικού τομέα, εργοδοτών και συντεχνιών, μια και δεν παρείχετο χρόνος για ευρύτερες διαβουλεύσεις μέσω ειδικών Συμβουλευτικών Επιτροπών στα ίδια τα Υπουργεία, όπως έγινε με τα  προηγούμενα Πενταετή Σχέδια.

Επειδή ειδικά σ’ αυτή την περίπτωση η κινητοποίηση του ευρύτερου ιδιωτικού τομέα ήταν περισσότερο επιβεβλημένη παρά ποτέ, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος συγκάλεσε ευρεία σύσκεψη στις 13 Ιουνίου 1975 για ‘ανταλλαγή απόψεων επί θεμάτων που αφορούν στην ανασύνταξη και δραστηριοποίηση της Κυπριακής οικονομίας ‘. Ο Μακάριος στην εισαγωγική του ομιλία, αφού αναφέρθηκε στα πολλαπλά πλήγματα από την εισβολή και κατοχή, διακήρυξε την αποφασιστικότητα του Κυπριακού Ελληνισμού για αγώνα για μια δίκαιη και δημοκρατική λύση του Κυπριακού. Θεμελιώδες στοιχείο του αγώνα αυτού, που μπορεί να είναι μακροχρόνιος, όχι από επιλογή αλλά λόγω πιθανής έλλειψης άλλης επιλογής, αποτελεί η δραστηριοποίηση κι αναζωογόνηση της οικονομίας. Απαιτείται συνεπώς Έκτακτο Σχέδιο Οικονομικής Δράσης και προ παντός δημιουργική πνοή. ‘Η προσπάθεια δραστηριοποίησης’, τόνισε, ‘πρέπει να είναι καθολική και σταυροφοριακή. Όλες οι τάξεις του λαού πρέπει να αποκτήσουν το συναίσθημα ότι ο οικονομικός αγώνας είναι κοινός, είναι καθολικός. Η οικονομική επιβίωση, όπως κι η εθνική, είναι αγώνας όλου του λαού. Κι όλοι είμαστε στρατευμένοι. Κι ανάλογη πρέπει να είναι η συμπεριφορά μας. Πρέπει να επέλθουν σοβαρές αλλαγές κι αναπροσαρμογές στον τρόπο ζωής, εργασίας και κοινωνικής συμπεριφοράς’. Στην ίδια σύσκεψη μίλησε κι ο Υπουργός Οικονομικών μ. Αντρέας Πατσαλίδης, προέβηκε σε μια σύντομη κατατόπιση πάνω στις μέχρι τότε Κυβερνητικές δραστηριότητες για αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της εισβολής και μια σκιαγράφηση των προγραμμάτων και μέτρων πολιτικής, που η Κυβέρνηση προτίθεται να εφαρμόσει για να υποβοηθηθεί η πιο εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων και υποβολή εισηγήσεων. Καταλήγοντας ο Υπουργός Οικονομικών τόνισε: ‘Παρά τις παρούσες τεράστιες δυσχέρειες η κυπριακή οικονομία δεν απώλεσε το δυναμισμό της. Οι προοπτικές επαναδραστηριοποίησης και διενέργειας περαιτέρω επενδύσεων είναι καλές. Οι προοπτικές εξαγωγής περισσότερων προιόντων κι υπηρεσιών είναι επίσης καλές. Απαιτούνται εν τούτοις μεγάλες προσπάθειες και πολλές θυσίες διότι τα προβλήματα είναι πολλά και μεγάλα. Είτε ο αγώνας είναι βραχυχρόνιος είτε μακροχρόνιος στο μεταξύ η οικονομική ζωή πρέπει να συνεχιστεί κι η οικονομία να δραστηριοποιηθεί μέχρι το μέγιστο δυνατό βαθμό’.

Το τελικό κείμενο του Έκτακτου Σχεδίου Οικονομικής Δράσης, 1975-1976, μελετήθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο σε ειδική συνεδρία του στις 2 Αυγούστου 1975 υπό την προεδρία του Προεδρεύοντος της Δημοκρατίας, αργότερα Προέδρου, Τάσσου Παπαδόπουλου, ο οποίος στην εισαγωγή του το το χαρακτήρισε σαν ‘μια αξιέπαινη από πάσης απόψεως προσπάθεια’. Με την έγκριση του Σχεδίου οι ενέργειες για επαναδραστηριοποίηση πάνω σε μια ακόμη πιο συστηματική κι οργανωμένη βάση εντάθηκαν.

Στις 16 Οκτωβρίου 1975 το Υπουργικό Συμβούλιο συζήτησε πρόταση του Προέδρου της Επιτροπής Προγραμματισμού, Υπουργού Οικονομικών, για τη λήψη περαιτέρω μέτρων προς επίσπευση εφαρμογής του Έκτακτου Σχεδίου. Μεταξύ άλλων το Υπουργικό Συμβούλιο ανέθεσε σε Υπουργική Επιτροπή να μελετήσει ‘συγκεκριμένους τρόπους και μέσα συνεχούς τόνωσης του ηθικού του λαού για δημιουργική κινητοποίηση’, έργο που στη συνέχεια ανατέθηκε σε Τεχνική Επιτροπή υπό την προεδρία του Γενικού Διευθυντή Γραφείου Προγραμματισμού. Πέραν των Επιτροπών Προγραμματισμού αποφασίστηκε η δραστηριοποίηση και της Κεντρικής Επιτροπής Προγραμματισμού με επικεφαλής τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, πράγμα που θα συνδέσει πιο άμεσα τις Οικονομικές Υπηρεσίες του Κράτους με την Πολιτική Ηγεσία ώστε οι λαμβανόμενες αποφάσεις επί οικονομικών θεμάτων να ελέγχονται κι από πλευράς πολιτικής και να δημιουργηθεί το αναγκαίο κλίμα για κινητοποίηση όλων των δυνάμεων του Τόπου προς δημιουργική επαναδραστηριοποίηση. Τέλος, το Υπουργικό Συμβούλιο στην πιο πάνω συνεδρία του επαναβεβαίωσε ‘ότι το Γραφείο Προγραμματισμού είναι, μεταξύ άλλων, το κατ’ εξοχήν συντονιστικό όργανο των ενεργειών επαναδραστηριοποίησης κι ανάπτυξης της οικονομίας τόσο της Κυβέρνησης όσο και του ιδιωτικού τομέα’.

Με τις πιο πάνω σαφείς οδηγίες του Υπουργικού Συμβουλίου οι ρυθμοί, η μεθοδικότητα κι η αποτελεσματικότητα εργασίας της Κυβερνητικής Μηχανής αναβαθμίστηκαν σημαντικά. Στις 30 Οκτωβρίου 1975 έστειλα την ακόλουθη εγκύκλιο σε όλους τους Γενικούς Διευθυντές των Υπουργείων.‘Έχω εντολή να αναφερθώ στην προς τους Υπουργούς σας επιστολή του Υπουργού Οικονομικών με αρ. Γ.Π. 182/74/3 και ημερομηνία 26 Σεπτεμβρίου, 1975 για το πιο πάνω θέμα (εφαρμογή του Έκτακτου Σχεδίου Οικονομικής Δράσης) και να παρακαλέσω όπως μεριμνήσετε ώστε τα ζητηθέντα χρονοδιαγράμματα εκτελέσεως κάθε έργου, όπως επίσης κι οι προυποθέσεις επίτευξης των χρονικών στόχων εκάστου έργου, υποβληθούν (10 αντίγραφα) στο Γραφείο τούτο χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση. Εκτός από τα πιο πάνω απαιτούμενα στοιχεία και πληροφορίες, κάθε Υπουργείο πρέπει να αποστείλει και απλούς τύπους γραφικών χρονοδιαγραμμάτων, κυρίως, σ’ ό,τι αφορά κατασκευαστικά έργα καθώς κι εισηγήσεις αναφορικά με τα μέτρα πολιτικής (θεσμικά, οργανωτικά κι άλλα) που απαιτούνται για επίτευξη των υιοθετηθέντων αντικειμενικών σκοπών και στόχων του Έκτακτου Σχεδίου. Όσα από τα Υπουργεία έχουν ανταποκριθεί στην πιο πάνω επιστολή του Υπουργού Οικονομικών παρακαλούνται να υποβάλουν απλώς συμπληρωματικά στοιχεία και πληροφορίες, όπως πιο πάνω’. Η ευρύτερη κινητοποίηση που επιδιώξαμε από την αρχή είχε τις προεκτάσεις της σε αρκετό βάθος χρόνου.

Τα Υπουργεία ανταποκρίθηκαν στα κελεύσματα των καιρών κι οι θεσμοί, παλιοί και νέοι,  αποδείχτηκαν χρήσιμοι όχι μόνο κατά τη διάρκεια της έκτακτης κατάστασης αλλά κι αργότερα στην προώθηση της σταθεροποίησης κι ανάπτυξης της Κύπρου. Οι κυριότεροι αντικειμενικοί σκοποί του Έκτακτου Σχεδίου, 1975-1976, ήταν:

  • Αναπλήρωση όσο το δυνατό μεγαλύτερου μέρους της απολεσθείσας παραγωγής και τόνωση των επενδύσεων,
  • Αναπλήρωση κι εξοικονόμηση όσο το δυνατό περισσότερων συναλλαγματικών αποθεμάτων,
  • Δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης επί προσωρινής ή μόνιμης βάσης όσο το δυνατό περισσότερων ατόμων,
  • Δικαιότερη κατανομή των οικονομικών βαρών που προέκυψαν και εξασφάλιση ενός κατώτατου αποδεκτού επιπέδου διαβιώσεως για ολόκληρο τον πληθυσμό.

Το Σχέδιο αναφέρετο στην ανάγκη αναπροσαρμογής της παραγωγής προς την κατεύθυνση προώθησης μεγαλύτερου αριθμού έργων/σχεδίων έντασης εργασίας, αύξησης των εξαγωγών, συμπίεσης κατά το δυνατό των καταναλωτικών δαπανών, υποβοήθησης/ενθάρρυνσης του Ιδιωτικού Τομέα και ενεργότερης συμμετοχής του Δημόσιου Τομέα στην οικονομική διαδικασία. Η όλη προσπάθεια θα ενισχυόταν από μια επεκτατική δημοσιονομική και πιστωτική πολιτική.

Παρά τις τρομακτικές οικονομικο-κοινωνικές επιπτώσεις της εισβολής, η Κύπρος κατόρθωσε να επιβιώσει και να δραστηριοποιηθεί, ενώ τα αποτελέσματα του Πρώτου Έκτακτου Σχεδίου υπήρξαν αξιόλογα σε όλους τους τομείς. Η επίτευξη ενός ψηλού ρυθμού οικονομικής ανόδου υπό συνθήκες εσωτερικής κι εξωτερικής νομισματικής σταθερότητας υπήρξε το κύριο χαρακτηριστικό των οικονομικών εξελίξεων. Το επίτευγμα τούτο καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό αν ληφθεί υπόψη ότι η ανάκαμψη πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα με σημαντική επέκταση του όγκου των κοινωνικών δαπανών του Δημόσιου Τομέα. Στη διάρκεια του Σχεδίου σημειώθηκε σημαντική ανάκτηση του απολεσθέντος ΑΕΠ του 1973, μειώθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό η ανεργία, ανέκαμψε η δραστηριότητα γύρω από τη δημιουργία παγίων επενδύσεων παρά την αβεβαιότητα που επέβαλλαν οι πολιτικές συνθήκες, ενώ οι εξαγωγές υπερέβησαν κατά πολύ εκείνες του 1973 και το ισοζύγιο πληρωμών κατέστη πλεονασματικό το 1976. Παρά το γεγονός ότι η περίοδος αυτή ήταν περίοδος ταχείας επαναδραστηριοποίησης, η αύξηση των τιμών λιανικής πώλησης συγκρατήθηκε σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.

Παράλληλα εφαρμόστηκε με μεγάλη επιτυχία η αναθεωρημένη Κυβερνητική κοινωνική πολιτική, η οποία αποσκοπούσε στην παροχή ποικιλόμορφης ανακούφισης και προσωρινής στέγασης στους εκτοπισθέντες για την εξασφάλιση ενός κατώτατου αποδεκτού επιπέδου διαβίωσης, καθώς και την πιο ισομερή κατανομή των οικονομικών βαρών της εισβολής. Η πολιτική αυτή προωθήθηκε με σημαντική αύξηση του όγκου των κοινωνικών δαπανών του Κράτους υπό μορφή απ’ ευθείας μεταβίβασης εισοδήματος και δωρεάν παροχής βασικών ειδών και κοινωνικών υπηρεσιών, όπως στέγασης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, παιδείας κλπ. Το ύψος των κοινωνικών παροχών ως ποσοστό του ΑΕΠ σχεδόν διπλασιάστηκε το 1976 σε σύγκριση με το 1973. Μέχρι το τέλος του 1976 υπολογίστηκε ότι έγινε κατορθωτή η στέγαση 9.500 οικογενειών εκτοπισθέντων μέσω των σχεδίων ανέγερσης χαμηλού κόστους κατοικιών, αυτοστέγασης κι επιδιόρθωσης τουρκοκυπριακών κατοικιών. H πολιτική δικαιότερης κατανομής των βαρών επιδιώχθηκε με τη χρηματοδότηση των επιπρόσθετων κοινωνικών δαπανών από τις παραγωγικά απασχολούμενες τάξεις του λαού με έκτακτη νομοθεσία (μείωση των αμοιβών των εργατουπαλλήλων, έκτακτη εισφορά αυτοεργοδοτουμένων κι επιχειρηματικών τάξεων, έλεγχο ενοικίων, παροχή ανακούφισης επί των χρεών των εκτοπισθέντων οφειλετών, αναδιάρθρωση των επιτοκίων ), μέσω του υφιστάμενου φορολογικού συστήματος, καθώς και της διοχέτευσης της εξωτερικής οικονομικής βοήθειας προς τους εκτοπισθέντες.

Η συνεχής θεώρηση του μέλλοντος κι η αναζήτηση νέων διεξόδων ανάπτυξης/προόδου της Κύπρου έδιδαν μιαν άλλη διάσταση στο έργο του Γραφείου Προγραμματισμού. Ασφαλώς οι διεθνείς εξελίξεις κι οι τεχνολογικές και άλλες αλλαγές δημιούργησαν νέες προοπτικές, νέες ευκαιρίες και έδωσαν σύγχρονες μορφές λύσεων. Όμως, από την πιο πάνω εκλεκτική ανασκόπηση του έργου και των τοποθετήσεων του Γραφείου σε καίρια θέματα μπορεί αβίαστα να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι, κρίνοντάς τις εκ των υστέρων, ήταν γενικά προς την ορθή κατεύθυνση. Καμιά φορά χαριτολογώντας αναφέρω ότι η μόνη εξέλιξη που δεν προβλέψαμε στα Σχέδια Ανάπτυξης ήταν η ανάπτυξη της ελεύθερης ραδιοφωνίας-τηλεόρασης. Στον τομέα αυτό επιμέναμε να αναπτύξουμε κι εκσυγχρονίσουμε το ΡΙΚ. Θεωρούσαμε ότι η ενημέρωση, η επιμόρφωση κι η ψυχαγωγία του κοινού ήταν υπόθεση που δεν μπορούσε να αφεθεί στις προσωπικές επιδιώξεις ορισμένων ιδιωτών και την αγορά. Όταν, βέβαια, παρουσιάστηκε η πρώτη αίτηση για ίδρυση ιδιωτικού καναλιού τηλεόρασης στις αρχές της δεκαετίας του 1990 την υποστήριξα  νοουμένου ότι θα υπάρχει ο σχετικός έλεγχος από μέρους της Πολιτείας.

Σαν μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Προγραμμάτων του ΡΙΚ, μετά την εισβολή, προσπάθησα να υιοθετηθούν κάποιες αρχές λειτουργίας του, ώστε να εκπέμπονται τα κατάλληλα μηνύματα κατά την τιτάνια εκείνη προσπάθεια της ανασυγκρότησης/επαναδραστηριοποίησης. Πέραν της υιοθέτησης του βραχύβιου εκείνου συνθήματος του΄δεν ξεχνώ’και της επαναφοράς των εκπομπών προς τους Τ/Κυπρίους, εκτός από τα πληροφοριακά προγράμματα το ΡΙΚ συνέχιζε να μεταδίδει το ίδιο μείγμα προγραμμάτων όπως και πριν την εισβολή. Όπως ανέφερα στην επιστολή παραίτησής μου από την Επιτροπή το 1978: ‘..πρέπει απαραίτητα να γίνουν πολλές προσπάθειες ώστε τα προγράμματα ..να συνάδουν με την κατάσταση που υπάρχει στην Κύπρο εδώ και τέσσερα χρόνια. Εκτός από τα πληροφοριακά προγράμματα για το τι συμβαίνει στον Τόπο μας..η όλη δομή τους πρέπει να είναι τέτοια που να τονώνουν τον αγώνα που γίνεται. Πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια ώστε σχεδόν όλα να μεταδίδουν κάποιο ‘μήνυμα’, π.χ. μήνυμα αγωνιστικότητας, καρτερίας, αλληλεγγύης, υπομονής, επιμονής, λιτότητας, θυσίας, αυταπάρνησης και γενικά κάθε τι που είναι απαραίτητο για την τόνωση του ηθικού του λαού στον αγώνα που διεξάγει..’.

Παραθέτω αυτούσια την απάντηση του τότε Γενικού Διευθυντή του ΡΙΚ.‘Είναι με ιδιαίτερη λύπη που πήρα την επιστολή σας με την οποία με πληροφορείτε ότι δε θα μπορέσετε να συνεχίσετε να προσφέρετε τις υπηρεσίες σας στη Συμβουλευτική Επιτροπή Προγραμμάτων του Ιδρύματος. Η συμβολή σας υπήρξε πάντα πολύτιμη και ουσιαστική και το Ίδρυμα σας οφείλει θερμές ευχαριστίες, γιατί, μέσα στις τεράστιες ευθύνες σας, αφιερώνατε χρόνο για να βοηθείτε το Ίδρυμα να ανταποκρίνεται όσο το δυνατό καλύτερα στις υποχρεώσεις του. Ευχαριστώ επίσης θερμά από μέρους του Ιδρύματος για τις συμπυκνωμένες απόψεις σας σχετικά με τους προσανατολισμούς στα προγράμματα του Ιδρύματος, που θα έχουμε και σαν Ίδρυμα και στα πλαίσια της Συμβουλευτικής Επιτροπής πάντα υπόψη. Είμαι βέβαιος ότι μπορούμε εδώ πάντα να λογαριάζουμε στην εγκάρδια και σοφή συμπαράστασή σας στο έργο μας και, όπως ξέρετε, θα είμαι ευτυχής όταν θα υπάρχει ευκαιρία να συζητούμε για την αποστολή του Ιδρύματος. Με εγκάρδια αισθήματα, Αντρέας Χριστοφίδης, Γ.Δ. ΡΙΚ’. Αυτός ήταν ο μεγάλος Αντρέας Χριστοφίδης!

Παρόλο που δε διαφωνώ ως προς τον ρόλο του ΡΙΚ στην ενημέρωση, διαφώτιση και ψυχαγωγία του κοινού στην μεταπραξικοπηματική περίοδο, όπως την περιέγραψε τελευταία ο νυν Πρόεδρός του, προσωπικά ανέμενα το Ίδρυμα να διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην τόνωση του ηθικού του λαού για αντοχή και δημιουργική κινητοποίηση στο μακροχρόνιο αγώνα, που ήταν φανερό ότι η πατρίδα άρχιζε με την εισβολή. Το Δεύτερο Έκτακτο Σχέδιο, 1977-1978, διαλάμβανε:‘Η οικονομική ανέλιξη κι ευρωστία δεν είναι αυτοσκοπός. Θεωρείται, όμως, ως αναγκαία προυπόθεση κι απαραίτητο μέσο για την επιτυχή έκβαση του αγώνα της Κύπρου. Είναι συνεπώς απαραίτητο όπως η οικονομική πολιτική ενταχθεί στα γενικότερα σχέδια δράσης. Έτσι το παρόν Σχέδιο..θα λαμβάνει υπόψη γενικότερες επιδιώξεις, π.χ. την θωράκιση του λαού με αγωνιστική διάθεση, καρτερία, αντοχή και γενικά με όλες εκείνες τις αρετές, που είναι αναγκαίες για ένα αγώνα επιβίωσης στον Τόπο αυτό..Για να επιτευχθούν τα πιο πάνω χρειάζεται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία ορισμένων θετικών κι ενεργητικών συναισθημάτων μέσω και της οικονομικής πολιτικής, όπως: Αίσθημα αξιοπρέπειας, με τη δημιουργία ευκαιριών αξιοπρεπούς διαβίωσης μέσω της ταχείας απασχόλησης και δραστηριοποίησης των ανέργων, ώστε κάθε οικογένεια να κερδίζει τα προς το ζην και να παύσει να εξαρτάται από την Κρατική μέριμνα. Αίσθημα αλληλεγγύης, με την καταπολέμηση του αρνητικού συναισθήματος περί ύπαρξης τυχερών και άτυχων μεταξύ του λαού. Αίσθημα ανθεκτικότητας, με τη συνεχή βελτίωση των όρων διαβίωσης του λαού και τη δημιουργία εμπιστοσύνης στο οικονομικό μέλλον της Κύπρου και των ατόμων. Αίσθημα μαχητικότητας και συμμετοχής, με τη δημιουργία, μεταξύ άλλων, κλίματος λιτότητας και περισυλλογής, την πάταξη της πολυτέλειας κι αισχροκέρδειας, τη συνεχή βελτίωση των όρων και του περιβάλλοντος διαβίωσης των εκτοπισθέντων, τη θέση της οικονομίας στην εξυπηρέτηση των πολιτικών σκοπών, την έγκαιρη λήψη ζωντανών κι έμπρακτων μέτρων, τη δημιουργία νέας νοοτροπίας, την εισαγωγή νέων διαδικασιών και νέας πνοής’.

Στην Έκθεση της Τεχνικής Επιτροπής, που διορίστηκε με την επάνοδο του Μακάριου, για την τόνωση του ηθικού του λαού για μακροχρόνιο αγώνα, προχωρήσαμε σε πιο συγκεκριμένες εισηγήσεις για την αντιμετώπιση των αρνητικών συναισθημάτων, συναισθημάτων ανασφάλειας κι ηττοπάθειας, αδικίας, αδιαφορίας και μη συμμετοχής, κι απαισιοδοξίας, που παρατηρούνταν, καθώς και τη διαφαινόμενη κοινωνική αποδιοργάνωση λόγω του εκτοπισμού με κίνδυνο τη διάβρωση των θεσμών υγιούς λειτουργίας της κοινωνίας, ανάπτυξη τάσεων ατομικιστικών συμπεριφορών, σύγκρουσης διαφόρων κοινωνικών ομάδων, δημαγωγικής συνθηματολογίας και ανευθυνότητας. ‘Η κοινωνική αποδιοργάνωση καθιστά το σύνολο αδύναμο να κρίνει ορθά τις καταστάσεις και το άτομο αδύναμο να ακολουθήσει μια ορθή πορεία’. Είναι σ’ αυτά που αναμέναμε από θεσμούς όπως το ΡΙΚ και την εκπαίδευση, να διαδραματίσουν ένα πολύ πιο ουσιαστικό ρόλο.

Προσβλέπαμε σε μια κατάσταση όπου το σύνολο της κοινωνίας να αποδέχεται τους θεσμούς και να σέβεται τις αποφάσεις που λαμβάνονται, ενώ τα άτομα κι οι ομάδες να δέχονται να κάμνουν τις αναγκαίες υποχωρήσεις και θυσίες χάριν των αναγκών του συνόλου. Αναμέναμε εμπέδωση αισθήματος δικαιοσύνης με την ύπαρξη Κράτους δικαίου, την απονομή δικαιοσύνης κατά τρόπο ανεπηρέαστο και αδέκαστο, την τήρηση του Νόμου και την προστασία του πολίτη από τους παρανομούντες χωρίς καμία εξαίρεση ή εύνοια, την αυστηρή τιμωρία όλων των παρανομούντων κλπ. Θεωρούσαμε αναγκαία την ενεργό συμμετοχή όλων των πολιτών στον αγώνα επιβίωσης, πράγμα που μπορεί να επιτευχθεί με την εξεύρεση τρόπων αναγνώρισης όσων συμβάλλουν στην εθνική επιβίωση κι επισήμανσης όσων είτε αδιαφορούν είτε υποσκάπτουν τις προσπάθειες, την πιο ενεργό κινητοποίηση της Δημόσιας Υπηρεσίας και της Ηγεσίας, τη συστράτευση όλων των κατάλληλων στην πολιτική και στρατιωτική άμυνα και  την πάταξη κάθε προσπάθειας κομματισμού στο στράτευμα, την επικράτηση σε όλες τις περιπτώσεις ανεξαίρετα της αξιοκρατίας και την πάταξη της ευνοιοκρατίας. Για τη δημιουργία αισθήματος αισιοδοξίας κι ενθουσιασμού απαιτείται πρώτιστα ορθή ενημέρωση του λαού, καταδίκη της πολιτικής δημαγωγίας κι εκμετάλλευσης του πόνου και της δυστυχίας του λαού, καταστολή της εσωτερικής πολιτικής διαμάχης κι οξύτητας και συνεχής υπενθύμιση ότι ο λαός ενωμένος δύναται να ελπίζει σε καλύτερες μέρες.

Παρά τις προσπάθειες που καταβάλαμε η κατάσταση δεν άλλαξε. Από πλευράς του Γραφείου Προγραμματισμού, καταφέραμε να εντάξουμε τις εισηγήσεις της Επιτροπής στα Έκτακτα Σχέδια κι αγωνιστήκαμε να εφαρμοστούν στη συνέχεια. Ιδιαίτερη προσπάθεια καταβάλαμε να διοχετευθούν τα μηνύματά της μέσω της Εκπαίδευσης και της Κρατικής Ραδιοτηλεόρασης.

 

Δρ Ιάκωβος Αριστείδου


Comments are closed.